ΠΠρΠειρ 1773/2013 : "Αντιμισθία συνδίκου.
Το πτωχευτικό δικαστήριο μπορεί να καθορίσει προσωρινή αντιμισθία eναντι της οριστικής.
Η εν λόγω αποζημίωση και όταν ο σύνδικος παρείχε ως δικηγόρος, με την ιδιότητά του
αυτήν, τις υπηρεσίες του σε υποθέσεις της πτωχεύσεως, καθορίζεται ελεύθερα, κατά
την κρίση του δικαστηρίου. Οι αποφάσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας είναι κατά κανόνα
εκτελεστές αμέσως μετά τη δημοσίευσή τους."
Πρόεδρος: Αριστέα Ρουσέα.
Εισηγήτρια: Μαρία Βάσσιου, Πάρεδρος
(…) Σύμφωνα με το άρθρο 81 § 1 του ν. 3588/2007
ο σύνδικος της πτωχεύσεως μετά το πέρας των εργασιών της πτώχευσης και αφού εγκριθεί
η λογοδοσία του για τη διαχείριση, μπορεί να λάβει αντιμισθία, το ποσό της οποίας
ορίζει το Δικαστήριο, μετά από έκθεση του Εισηγητή της πτωχεύσεως. Περαιτέρω, σύμφωνα
με τη διάταξη του άρθρου 81 § 2 του ως άνω νόμου το πτωχευτικό Δικαστήριο, μπορεί
να καθορίσει προσωρινή αντιμισθία έναντι της οριστικής. Η εν λόγω αποζημίωση και
όταν ο σύνδικος παρείχε, ως δικηγόρος, με την ιδιότητά του αυτήν, τις υπηρεσίες
του σε υποθέσεις της πτωχεύσεως, καθορίζεται ελεύθερα, κατά την κρίση του Δικαστηρίου,
το οποίο λαμβάνει υπόψη τόσο τις δικηγορικές υπηρεσίες που παρασχέθηκαν και με τις
οποίες η πτώχευση απαλλάχθηκε από την αμοιβή άλλου δικηγόρου (χωρίς όμως η αντιμισθία,
ως προς τις υπηρεσίες αυτές, να καθορίζεται βάσει των διατάξεων του Κώδικα περί
Δικηγόρων και των οικείων κοινών υπουργικών αποφάσεων για τις προεισπραττόμενες δικηγορικές αμοιβές και,
συνεπώς, ο σύνδικος δεν δικαιούται να αξιώσει τα ελάχιστα όρια αμοιβής, που προβλέπονται
από τον Κώδικα περί Δικηγόρων και τις παραπάνω κοινές υπουργικές αποφάσεις), όσο
και τη διάρκεια του λειτουργήματός του, τη δραστηριότητα που ανέπτυξε, τον αριθμό,
το είδος και τη χρονική διάρκεια των ενεργειών του, την αναγκαιότητα και την αποτελεσματικότητα
αυτών για την εξακρίβωση και την εξασφάλιση του ενεργητικού της πτωχευτικής περιουσίας,
τη σπουδαιότητα της πτωχεύσεως και την ταχύτητα με την οποία ενήργησε για την εκπλήρωση
των καθηκόντων του, όπως και τις συνθήκες υπό τις οποίες παρέσχε τις υπηρεσίες του.
Η έκθεση του Εισηγητή, που προαναφέρθηκε, αποτελεί
μεν προϋπόθεση του παραδεκτού της αιτήσεως καθορισμού της προσωρινής αντιμισθίας
του συνδίκου, δεν είναι όμως δεσμευτική για το Δικαστήριο. Για το ορισμένο της αιτήσεως
αυτής δεν απαιτείται ξεχωριστή αποτίμηση στο δικόγραφο της κάθε ενέργειας του συνδίκου,
ούτε απαιτείται παρόμοια αναφορά στην απόφαση του Δικαστηρίου, η οποία εκδίδεται
για την εν λόγω αίτηση. Ενόψει του ότι η αίτηση για τον καθορισμό προσωρινής αντιμισθίας
δεν στρέφεται εναντίον κάποιου ως αντιδίκου του συνδίκου, μια και ο τελευταίος είναι
ο μοναδικός διάδικος στη σχετική δίκη και παρίσταται προσωπικά για τη ρύθμιση ατομικής
του κατάστασης, δεν υφίστανται, σε συνδυασμό και προς τις διατάξεις του άρθρου
746 του ΚΠολΔ, περιθώρια για την επιδίκαση στο σύνδικο δικαστικών εξόδων, τα οποία
προκλήθηκαν από τη σχετική χωρίς αντιδικία δίκη, διότι η αίτηση υποβλήθηκε για το
συμφέρον του (ΕφΙωαν 479/2007 Αρμ 2008. 930, ΕφΑθ 7819/2005 ΕλλΔνη 2006. 1508, ΕφΑθ
11032/1995 ΕΕμπΔ 1996. 816). Περαιτέρω, οι αποφάσεις της εκουσίας δικαιοδοσίας είναι
κατά κανόνα εκτελεστές αμέσως μετά τη δημοσίευσή τους (άρθρο 763 § 1 ΚΠολΔ, Γνμδ.
ΕσΠρΘεσ 234/1972 ΑρχΝ 23. 802 ΠΠρΑθ 8408/1998 ΕλλΔνη 40. 408). Για το λόγο αυτό και λόγω του διαπλαστικού τους χαρακτήρα
δεν κηρύσσονται προσωρινά εκτελεστές.
Στην προκείμενη περίπτωση, με την υπό κρίση αίτησή
του ο αιτών ζητεί να καθοριστεί η προσωρινή αντιμισθία του στο ποσό των 2.464,29 ευρώ, για
τις υπηρεσίες που έχει προσφέρει από 14.9.2011, ότε και ανέλαβε τα καθήκοντα του
συνδίκου, έως και 27.9.2012, στις εργασίες της πτώχευσης της εταιρίας με την επωνυμία
«Μ.Κ. ΕΠΕ». Η υπό κρίση αίτηση εισάγεται αρμοδίως και παραδεκτώς ενώπιον του Δικαστηρίου
τούτου για να συζητηθεί κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθρα 44 του
ΕισΝΚΠολΔ και 741 επ. του ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων
81 και 182 του ν. 3588/2007, εκτός από τα αιτήματα περί κήρυξης προσωρινά εκτελεστής
της απόφασης και επιδίκασης δικαστικής δαπάνης στο σύνδικο, τα οποία είναι μη νόμιμα
και απορριπτέα, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα πρόταση της παρούσας σκέψης.
Επομένως, πρέπει υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί
περαιτέρω για να κριθεί εάν είναι βάσιμη και κατ’ ουσίαν.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου