Η ΝΕΟΠΑΓΗΣ ΟΙΟΝΕΙ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ ΤΟΥ «ΚΑΤ’ ΟΙΚΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ ΜΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ» [του Παναγιώτη Σίσκου, δικηγόρου]



Τα τελευταία χρόνια το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε αρκετές φορές τη χώρα μας εξαιτίας της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των κρατουμένων, υποδίκων και φυλακισμένων, κατόπιν προσφυγής των τελευταίων. Οι συνθήκες τήρησης στα διάφορα καταστήματα κράτησης και στις φυλακές κρίθηκε ότι ήταν απάνθρωπη, ανθυγιεινή και εξευτελιστική για ανθρώπινη όντα, με πολλούς κρατουμένους, υπόδικους και καταδικασμένους να βρίσκονται στοιβαγμένοι σε κελιά δυσανάλογα μικρών διαστάσεων. Ας αναφερθούν ενδεικτικά οι περιπτώσεις Nieciecki v. Greece, προσωρινά κρατούμενου στις φυλακές Κορυδαλλού, στον οποίο η Ελλάδα καταδικάστηκε να καταβάλει αποζημίωση 5.600 € και των Tzamalis and Others v. Greece, με 14 προσφεύγοντες, φυλακισμένους στα Ιωάννινα, στους οποίους επιδικάστηκε ποσό αποζημίωσης 5.000 έως 15.000 € για κάθε προσφεύγοντα.
Η αδυναμία της χώρας μας αφενός, εν όψει της δυσμενούς οικονομικής κρίσης,  να ανταποκριθεί στις επιταγές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου περί αναβάθμισης των καταστημάτων κράτησης, η υπερβολική επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού αφετέρου, προκειμένου να συντηρηθεί και να τύχει της απαραίτητης περίθαλψης τόσο μεγάλος αριθμός εγκλείστων, οδήγησε τον έλληνα νομοθέτη να εισάγει το νέο θεσμό του ΚΑΤ’ ΟΙΚΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ ΥΠΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ και να τροποποιήσει τα σχετικά άρθρα του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και του Σωφρονιστικού Κώδικα.
Η φύση του κατ’ οίκον περιορισμόύ φαίνεται να είναι διπλή, κατά τρόπον ώστε ο εν λόγω θεσμός να διαδραματίζει άλλοτε το ρόλο του περιοριστικού όρου, άλλοτε εκείνον της «οιονεί εναλλακτικής ποινής».
 Ειδικότερα, κατά το στάδιο της προδικασίας, σε περίπτωση τέλεσης κακουργήματος (ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή), το εν λόγω μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού υπό ηλεκτρονική επιτήρηση προβλέπεται ως περιοριστικός όρος, του οποίου η επιβολή πρέπει να προηγείται της προσωρινής κράτησης[1], υπό την έννοια ότι η προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί μόνον επικουρικά, εφόσον κρίνεται ότι δεν επαρκεί, μεταξύ των περιοριστικών όρων, ούτε και ο κατ’ οίκον περιορισμός[2].
Εξάλλου, η νεοπαγής ρύθμιση φαίνεται να φέρει και χαρακτήρα «εκούσιας οιονεί εναλλακτικής ποινής», δεδομένου ότι προβλέπεται παράλληλα με τον γνωστό θεσμό της υπό όρον απόλυσης και η «απόλυση καταδίκων υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού υπό ηλεκτρονική επιτήρηση», υπό προϋποθέσεις ευνοϊκότερες εκείνων της υπό όρον απόλυσης του άρ. 105 ΠΚ. Πρακτικά δηλαδή, ο καταδικασμένος εξέρχεται της φυλακής μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, προκειμένου να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής στην οικία του, μέχρι να δικαιούται πλέον την υπό όρον απόλυση του άρ. 105 επ. ΠΚ, ήτοι χωρίς τον κατ’ οίκον περιορισμό[3].
Η διαδικασία προμήθειας, εγκατάστασης και λειτουργίας των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων και εξοπλισμών και συστημάτων επιτήρησης, ο τρόπος παρακολούθησης και καταγραφής της γεωγραφικής θέσης των επιτηρουμένων προσώπων, η δαπάνη που θα βαρύνει κάθε επιτηρούμενο πρόσωπο και ο τρόπος καταβολής της,  η έναρξη εφαρμογής του μέτρου, το είδος των τηρούμενων πληροφοριών που θα συλλέγονται, η κατοχή και επεξεργασία αυτών θα καθοριστούν με Προεδρικό Διάταγμα το οποίο πρόκειται να εκδοθεί μετά από Πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών[4].
Αναγκαίο είναι να διευκρινιστεί ότι η συμφωνία της ρύθμισης του κατ’ οίκον περιορισμού υπό ηλεκτρονική επιτήρηση προς την αρχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, την προστασία των προσωπικών δεδομένων  και του ιδιωτικού απορρήτου φαίνεται καταρχήν προβληματική. Πλην όμως, αφενός ο εκούσιος χαρακτήρας του περιορισμού, κατόπιν αίτησης του υποδίκου ή του καταδικασμένου, αφετέρου η νομοθετική πρόβλεψη περί  επεξεργασίας μόνο εκείνων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι αναγκαία και πρόσφορα για την επίτευξη των σκοπών της ηλεκτρονικής επιτήρησης, αποτελούν ασφαλιστικές δικλείδες, ικανές να αποτρέψουν την πιθανή αντίθεση προς τις προαναφερθείσες αρχές και αξίες.
Ορθά η κατ’ οίκον επιτήρηση, δεν προβλέπεται να αποτελέσει το «καταφύγιο» όσων ετέλεσαν εγκλήματα με ιδιαιτέρως αυξημένη ποινική απαξία, όπως τις απλώς και ιδιαίτερα διακεκριμένες μορφές διακίνησης ναρκωτικών, εγκλήματα εσχάτης προδοσίας, συγκρότησης ή ένταξης κλπ. σε εγκληματική οργάνωση,  τρομοκρατικών πράξεων, βιασμού, καθώς και κάποιες υποπεριπτώσεις της κατάχρησης σε ασέλγεια, της αποπλάνησης παιδιών, της κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια, της πορνογραφίας ανηλίκων της ασέλγειας με ανήλικο έναντι αμοιβής, της ληστείας και της ανθρωποκτονίας από πρόθεση (η εν βρασμώ ψυχικής ορμής βέβαια δύναται να στηρίξει την νέα υπό όρον απόλυση).
Εν κατακλείδι, η νέα ρύθμιση του κατ’ οίκον περιορισμού φαίνεται ορθή, συνάδουσα ίσως καλύτερα προς τις επιταγές ενός εκ των σκοπών της ποινής, ήτοι της ειδικής πρόληψης, διότι είναι αμφίβολο εάν υπό απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες κράτησης δύναται ο καταδικασθείς να καλυτερεύσει και να σωφρονιστεί. Εξάλλου, και από άποψη οικονομική δύναται αφενός να αποτρέψει τη χώρα μας από νέες καταδίκες από το ΕΔΔΑ αφετέρου να ελαφρύνει τις δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμό αναφορικά με τη συντήρηση των εγκλείστων υποδίκων ή καταδικασμένων.
 

 
[1] Πρόκειται για εκείνον τον θεσμό που οι δημοσιογράφοι εσφαλμένα αποκαλούν ως προφυλάκιση. Δυστυχώς και πολλοί νομικοί, προκειμένου να γίνουν κατανοητοί από το τηλεοπτικό ή αναγνωστικό κοινό, χρησιμοποιούν και αυτοί, εμφανιζόμενοι στα ΜΜΕ  τον εσφαλμένο όρο «προφυλάκιση».
[2] Βλ. σχετικά  άρ. 282 και 283Α  ΚΠΔ
[3] Βλ. σχετικά άρ. 110Β και 110Γ ΠΚ
[4] Βλ. αρ. 4 ν. 4205/2013

Σχόλια