"Η έκπτωση, από το εισόδημα, των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλονται στα Ταμεία - Η περίπτωση των δικηγόρων"
Άρθρο 31, παρ. 1, περ. α΄, υποπερ. εε, του «παλαιού» ΚΦΕ, Ν 2238/1994 (όπως
διαμορφώθηκε με τις αλλαγές του Ν. 4110, τον Ιανουάριο του 2013), οι διατάξεις
του οποίου ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν και τις δαπάνες που
πραγματοποιήθηκαν κατά το 2013: Το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων (σ.σ.
και των ελευθέρων επαγγελματιών), που τηρούν βιβλία με την απλογραφική ή
διπλογραφική μέθοδο, εξευρίσκεται λογιστικώς με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα,
των γενικών εξόδων διαχείρισης, στα οποία περιλαμβάνεται και το ποσό της
δαπάνης των εισφορών που καταβάλλονται σε ταμεία ασφάλισης, εφόσον η
καταβολή τους είναι υποχρεωτική από το νόμο, καθώς και το ποσό των
καταβαλλόμενων εισφορών στις περιπτώσεις προαιρετικής ασφάλισης σε ταμεία που
έχουν συσταθεί με νόμο.
Ο νομοθέτης επομένως, μεταβάλλει την πρακτική της αναγραφής του ποσού των ασφαλιστικών εισφορών σε κωδικό της φορολογικής δήλωσης (Ε1), ώστε να ληφθεί υπόψη κατά την εκκαθάριση των εισοδημάτων του υπόχρεου και καθιερώνει την καταχώριση του στα λογιστικά βιβλία ως εξόδου, το οποίο θα προσδιορίσει μαζί με τα υπόλοιπα, το φορολογητέο εισόδημα.
Έτσι, μετά τις αλλαγές στο φορολογικό τοπίο που σηματοδοτούν την αναθεώρηση και ελπίζουμε την προοπτική ενός μόνιμου και σταθερού περιβάλλοντος, οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται στα ασφαλιστικά ταμεία για την ιατροφαρμακευτική και συνταξιοδοτική κάλυψη των ασκούντων επιχειρηματική δραστηριότητα (και των ελευθέρων επαγγελματιών), θα πρέπει να καταχωρίζονται στα λογιστικά βιβλία και να εκπίπτουν ως έξοδα χρήσης.
Ωστόσο, διάφοροι κλάδοι ελευθέρων επαγγελματιών ή επιχειρηματιών, ενδέχεται να καταβάλλουν τις εισφορές των ταμείων τους, κατά το επόμενο έτος. Υπενθυμίζουμε ότι τα λογιστικά βιβλία δεν «κλείνουν» το βράδυ της Πρωτοχρονιάς! Ανέκαθεν, υπήρχε ένα χρονικό περιθώριο, ώστε να ολοκληρωθούν οι εργασίες για το κλείσιμο των βιβλίων. Τα λογιστικά βιβλία, μάλιστα, σύμφωνα με το καινούργιο πλαίσιο που καθιερώθηκε με τις διατάξεις του ΚΦΑΣ (άρθρο 4, παρ. 12 και παρ. 17 τελευταίο εδάφιο), «κλείνουν» με την λήξη της προθεσμίας υποβολής της φορολογικής δήλωσης. Επομένως, παραστατικά που λαμβάνονται την επόμενη χρήση, αλλά αφορούν την προηγούμενη, πρέπει να καταχωρίζονται κανονικά σε αυτήν την τελευταία και να «διαμορφώνουν» το αποτέλεσμά της, όπως αυτό θα δηλωθεί, στη συνέχεια, στα φορολογικά έντυπα. Σκόπιμο είναι να υπογραμμίσουμε ότι στη Φορολογία και στη Λογιστική ισχύει η βασική αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων.
Αυτό σημαίνει ότι κάθε λογιστική χρήση είναι αυτοτελής, ως προς τα έσοδα και τα έξοδα που αναφέρονται μονοσήμαντα σε αυτήν, αφορούν το χρονικό της πλαίσιο (δωδεκάμηνο) και τελικώς, προσδιορίζουν το λογιστικό, αλλά και το φορολογικό, αποτέλεσμά της (κέρδος ή ζημιά). Περαιτέρω, είναι σαφές ότι σε εφαρμογή της παραπάνω βασικής αρχής, αποσυσχετίζεται η ταμειακή πράξη της είσπραξης του εσόδου, ή της πληρωμής του εξόδου, από τον συνυπολογισμό τους στον προσδιορισμό του αποτελέσματος της χρήσης. Παράδειγμα: Αν πωληθούν εμπορεύματα επί πιστώσει, με έκδοση του τιμολογίου τον μήνα Δεκέμβριο, η εξόφληση του οποίου ωστόσο, θα γίνει κατά το επόμενο έτος, είναι προφανές ότι το έσοδο της πώλησης θα καταχωριστεί στη χρήση που αφορά, δηλαδή τότε που εκδόθηκε το τιμολόγιο και όχι στη χρήση που αυτό εξοφλήθηκε. Κατά την ίδια έννοια, αντιμετωπίζονται και τα θέματα εξόδων - δαπανών.
Παράδειγμα: Υποθέτουμε ότι μια επιχείρηση λαμβάνει χρηματοδότηση από τράπεζα, με υποχρέωση καταβολής των τόκων στο τέλος κάθε τριμήνου (δεδουλευμένοι τόκοι). Το τρίμηνο προσδιορίζεται από την χρονική στιγμή έναρξης ισχύος του δανείου (εκταμίευσης του ποσού της χορήγησης), έστω τον μήνα Νοέμβριο 2013. Συνεπώς, το τρίμηνο ολοκληρώνεται στο τέλος του Ιανουαρίου της επόμενης χρήσης 2014, οπότε θα καταβληθούν οι τόκοι και θα ανανεωθεί (συνήθως) η χρηματοδότηση για το επόμενο τρίμηνο. Άρα, θα πρέπει να επιμεριστεί το σχετικό ποσό του εξόδου των τόκων χρηματοδότησης, κατά 2/3 στην προηγούμενη χρήση (Νοε-Δεκ) και κατά 1/3 στην παρούσα (Ιαν), αφού το δανειζόμενο κεφάλαιο εξυπηρέτησε ανάγκες της επιχείρησης, σε χρονικό διάστημα που ανήκει ταυτόχρονα σε δύο χρήσεις (Νοε-Ιαν).
Κατά μείζονα λόγο, οι εισφορές που καταβάλλουν οι υπόχρεοι κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο 2014, αλλά αφορούν την χρήση 2013, θα πρέπει να καταχωριστούν στα λογιστικά βιβλία με ημερομηνία 31/12 και ακολούθως να προκύψει το καθαρό εισόδημα.
Ως προς την προϋπόθεση της πράγματι καταβολής τους, προκειμένου νομίμως να μπορούν να αφαιρεθούν από τα ακαθάριστα έσοδα, σημειώνεται ότι κανένα Ταμείο δεν θα χορηγήσει την σχετική βεβαίωση καταβολής των εισφορών, αν αυτές δεν έχουν καταβληθεί, ή θα χορηγήσει μεν βεβαίωση, αλλά μέχρι το ύψος των εισφορών που έχουν τακτοποιηθεί.
Συνεπώς, τα φυσικά πρόσωπα, που δεν είναι μισθωτοί και ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα, δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην έκπτωση των εισφορών τους, αφού μπορούν εμπρόθεσμα να καταχωρίσουν την σχετική δαπάνη στα λογιστικά τους βιβλία, ασχέτως του χρόνου της καταβολής τους.
Κατά την γνώμη μου το πρόβλημα βρίσκεται στα ποσά των εισφορών που καταβάλλουν οι εταίροι ή οι μέτοχοι (μέλη ΔΣ) εταιρειών, περιπτώσεις που δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί (βλέπε το Σημείωμα σύνταξης της 19/6/2013, με τίτλο:
«Οι παλινδρομήσεις της Διοίκησης, σχετικά με τη δαπάνη των ασφαλιστικών εισφορών» και τις Πολ. 1095/2013 και 1130/2013, όπου η δεύτερη καταργεί την πρώτη.
Σγουρινάκης Νίκος
Ο νομοθέτης επομένως, μεταβάλλει την πρακτική της αναγραφής του ποσού των ασφαλιστικών εισφορών σε κωδικό της φορολογικής δήλωσης (Ε1), ώστε να ληφθεί υπόψη κατά την εκκαθάριση των εισοδημάτων του υπόχρεου και καθιερώνει την καταχώριση του στα λογιστικά βιβλία ως εξόδου, το οποίο θα προσδιορίσει μαζί με τα υπόλοιπα, το φορολογητέο εισόδημα.
Έτσι, μετά τις αλλαγές στο φορολογικό τοπίο που σηματοδοτούν την αναθεώρηση και ελπίζουμε την προοπτική ενός μόνιμου και σταθερού περιβάλλοντος, οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται στα ασφαλιστικά ταμεία για την ιατροφαρμακευτική και συνταξιοδοτική κάλυψη των ασκούντων επιχειρηματική δραστηριότητα (και των ελευθέρων επαγγελματιών), θα πρέπει να καταχωρίζονται στα λογιστικά βιβλία και να εκπίπτουν ως έξοδα χρήσης.
Ωστόσο, διάφοροι κλάδοι ελευθέρων επαγγελματιών ή επιχειρηματιών, ενδέχεται να καταβάλλουν τις εισφορές των ταμείων τους, κατά το επόμενο έτος. Υπενθυμίζουμε ότι τα λογιστικά βιβλία δεν «κλείνουν» το βράδυ της Πρωτοχρονιάς! Ανέκαθεν, υπήρχε ένα χρονικό περιθώριο, ώστε να ολοκληρωθούν οι εργασίες για το κλείσιμο των βιβλίων. Τα λογιστικά βιβλία, μάλιστα, σύμφωνα με το καινούργιο πλαίσιο που καθιερώθηκε με τις διατάξεις του ΚΦΑΣ (άρθρο 4, παρ. 12 και παρ. 17 τελευταίο εδάφιο), «κλείνουν» με την λήξη της προθεσμίας υποβολής της φορολογικής δήλωσης. Επομένως, παραστατικά που λαμβάνονται την επόμενη χρήση, αλλά αφορούν την προηγούμενη, πρέπει να καταχωρίζονται κανονικά σε αυτήν την τελευταία και να «διαμορφώνουν» το αποτέλεσμά της, όπως αυτό θα δηλωθεί, στη συνέχεια, στα φορολογικά έντυπα. Σκόπιμο είναι να υπογραμμίσουμε ότι στη Φορολογία και στη Λογιστική ισχύει η βασική αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων.
Αυτό σημαίνει ότι κάθε λογιστική χρήση είναι αυτοτελής, ως προς τα έσοδα και τα έξοδα που αναφέρονται μονοσήμαντα σε αυτήν, αφορούν το χρονικό της πλαίσιο (δωδεκάμηνο) και τελικώς, προσδιορίζουν το λογιστικό, αλλά και το φορολογικό, αποτέλεσμά της (κέρδος ή ζημιά). Περαιτέρω, είναι σαφές ότι σε εφαρμογή της παραπάνω βασικής αρχής, αποσυσχετίζεται η ταμειακή πράξη της είσπραξης του εσόδου, ή της πληρωμής του εξόδου, από τον συνυπολογισμό τους στον προσδιορισμό του αποτελέσματος της χρήσης. Παράδειγμα: Αν πωληθούν εμπορεύματα επί πιστώσει, με έκδοση του τιμολογίου τον μήνα Δεκέμβριο, η εξόφληση του οποίου ωστόσο, θα γίνει κατά το επόμενο έτος, είναι προφανές ότι το έσοδο της πώλησης θα καταχωριστεί στη χρήση που αφορά, δηλαδή τότε που εκδόθηκε το τιμολόγιο και όχι στη χρήση που αυτό εξοφλήθηκε. Κατά την ίδια έννοια, αντιμετωπίζονται και τα θέματα εξόδων - δαπανών.
Παράδειγμα: Υποθέτουμε ότι μια επιχείρηση λαμβάνει χρηματοδότηση από τράπεζα, με υποχρέωση καταβολής των τόκων στο τέλος κάθε τριμήνου (δεδουλευμένοι τόκοι). Το τρίμηνο προσδιορίζεται από την χρονική στιγμή έναρξης ισχύος του δανείου (εκταμίευσης του ποσού της χορήγησης), έστω τον μήνα Νοέμβριο 2013. Συνεπώς, το τρίμηνο ολοκληρώνεται στο τέλος του Ιανουαρίου της επόμενης χρήσης 2014, οπότε θα καταβληθούν οι τόκοι και θα ανανεωθεί (συνήθως) η χρηματοδότηση για το επόμενο τρίμηνο. Άρα, θα πρέπει να επιμεριστεί το σχετικό ποσό του εξόδου των τόκων χρηματοδότησης, κατά 2/3 στην προηγούμενη χρήση (Νοε-Δεκ) και κατά 1/3 στην παρούσα (Ιαν), αφού το δανειζόμενο κεφάλαιο εξυπηρέτησε ανάγκες της επιχείρησης, σε χρονικό διάστημα που ανήκει ταυτόχρονα σε δύο χρήσεις (Νοε-Ιαν).
Κατά μείζονα λόγο, οι εισφορές που καταβάλλουν οι υπόχρεοι κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο 2014, αλλά αφορούν την χρήση 2013, θα πρέπει να καταχωριστούν στα λογιστικά βιβλία με ημερομηνία 31/12 και ακολούθως να προκύψει το καθαρό εισόδημα.
Ως προς την προϋπόθεση της πράγματι καταβολής τους, προκειμένου νομίμως να μπορούν να αφαιρεθούν από τα ακαθάριστα έσοδα, σημειώνεται ότι κανένα Ταμείο δεν θα χορηγήσει την σχετική βεβαίωση καταβολής των εισφορών, αν αυτές δεν έχουν καταβληθεί, ή θα χορηγήσει μεν βεβαίωση, αλλά μέχρι το ύψος των εισφορών που έχουν τακτοποιηθεί.
Συνεπώς, τα φυσικά πρόσωπα, που δεν είναι μισθωτοί και ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα, δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην έκπτωση των εισφορών τους, αφού μπορούν εμπρόθεσμα να καταχωρίσουν την σχετική δαπάνη στα λογιστικά τους βιβλία, ασχέτως του χρόνου της καταβολής τους.
Κατά την γνώμη μου το πρόβλημα βρίσκεται στα ποσά των εισφορών που καταβάλλουν οι εταίροι ή οι μέτοχοι (μέλη ΔΣ) εταιρειών, περιπτώσεις που δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί (βλέπε το Σημείωμα σύνταξης της 19/6/2013, με τίτλο:
«Οι παλινδρομήσεις της Διοίκησης, σχετικά με τη δαπάνη των ασφαλιστικών εισφορών» και τις Πολ. 1095/2013 και 1130/2013, όπου η δεύτερη καταργεί την πρώτη.
Σγουρινάκης Νίκος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου