ΑΠ 702/2016 - Σπάνια αναιρετική απόφαση λόγω μη αιτιολόγησης απόρριψης ισχυρισμού 22/25 ΠΚ


Αριθμός 702/2016 
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ 
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ειρήνη Κιουρκτόλγου Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου (κωλυομένης της Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Βιολέττας Κυτέα, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 38/2016 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου) Αγγελική Αλειφεροπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριος Χονδρογιάννης, Διονυσία Μπιτζούνη και Ιωάννης Μπαλιτσάρης, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 11 Μαρτίου 2016, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευσταθίας Σπυροπούλου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Κ. Ζ. του Λ., κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ΠΣ, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 4788/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9 Νοεμβρίου 2015 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1258/2015.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους Δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 313 Π.Κ., "αν εξαιτίας συμπλοκής ή επίθεσης που έγινε από πολλούς επήλθε θάνατος ή βαριά σωματική βλάβη ανθρώπων (άρθρο 310), καθένας από εκείνους που πήραν μέρος στη συμπλοκή ή στην επίθεση τιμωρείται για μόνη τη συμμετοχή του σ’ αυτήν με φυλάκιση μέχρι τριών ετών εκτός αν συμπλέχθηκε χωρίς υπαιτιότητά του". Με την ανωτέρω διάταξη τιμωρείται η απλή συμμετοχή σε συμπλοκή ή επίθεση, ως εξόχως επικίνδυνη δραστηριότητα. Πρόκειται για ιδιώνυμο έγκλημα, αναγκαίας συμμετοχής και αφηρημένης διακινδυνεύσεως, αφού μόνη η συμμετοχή σε συμπλοκή με θανατηφόρο αποτέλεσμα ή βαριά σωματική βλάβη ενέχει επικινδυνότητα. Συμπλοκή είναι η σύγκρουση δύο ή περισσοτέρων μεθ’ ενός ή περισσοτέρων κατ’ αλλήλων βιαιοπραγούντων, θα πρέπει δε να έχει ως επακόλουθο το θάνατο ή τη βαριά σωματική βλάβη ανθρώπων, η επέλευση των οποίων συνιστά εξωτερικό όρο του αξιοποίνου. Για τη στοιχειοθέτηση της εν λόγω πράξεως πρέπει να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπλοκής ή επιθέσεως και του θανάτου ή της βαριάς σωματικής βλάβης, υποκειμενικά δε αρκεί απλός δόλος (πρόθεση), που περιλαμβάνει τη γνώση του δράστη, ότι πρόκειται για συμπλοκή περισσοτέρων κατά την άνω έννοια. Αυτουργός του εγκλήματος είναι όποιος είναι παρών κατά τη βιαιοπραγική φιλονικία και συμβάλλει (σωματικώς ή ψυχικώς) σε επαγωγή των βιαιοπραγιών. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 22 Π.Κ. προκύπτει, ότι για να υπάρξει άμυνα, η οποία αποτελεί λόγο, που αποκλείει τον άδικο χαρακτήρα της πράξεως, απαιτείται: α) άδικη επίθεση, δηλαδή επίθεση, συνιστάμενη σε ανθρώπινη ενέργεια, με την οποία εκτίθεται σε κίνδυνο έννομο αγαθό ορισμένου προσώπου, η οποία αντικειμενικά αντιφάσκει προς το δίκαιο, β) η επίθεση να είναι παρούσα και ως τέτοια θεωρείται εκείνη που έχει αρχίσει να πραγματοποιείται και να εξακολουθεί, καθώς και όταν αμέσως και ασφαλώς επίκειται η πραγμάτωσή της, όπως, όταν βασίμως και δικαιολογημένα μπορεί κάποιος να φοβάται άμεση έναρξη επιθετικής ενέργειας και γ) η προσβολή του επιτιθέμενου να είναι αναγκαία προς υπεράσπιση του ατόμου που εκτίθεται στον κίνδυνο της επιθέσεως. Συντρεχόντων δε των ανωτέρω όρων της καταστάσεως άμυνας, ο υφιστάμενος την επίθεση ή οποιοσδήποτε τρίτος δικαιούται προς απόκρουση αυτής να προσβάλει οποιοδήποτε αγαθό του επιτιθεμένου, όπως την προσωπική ελευθερία, την ιδιοκτησία ή ακόμη και τη ζωή του, αρκεί μόνο κατά την εν λόγω απόκρουση της επιθέσεως να μην υπερβεί τα όρια, που ορίζονται από τη διάταξη της παραγράφου 3 του ανωτέρω άρθρου, σύμφωνα με την οποία το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επιθέσεως, από το είδος της βλάβης που απειλείται, από τον τρόπο και την ένταση της επιθέσεως και τις λοιπές περιστάσεις. Ακόμη, από τις διατάξεις του άρθρου 25 Π.Κ. προκύπτει, ότι για την κατά νόμο θεμελίωση καταστάσεως ανάγκης, που επίσης αποκλείει τον άδικο χαρακτήρα της πράξεως, χρειάζεται να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: α) κίνδυνος παρών και αναπότρεπτος, δηλαδή που ο απειλούμενος αδυνατεί να τον αποτρέψει με άλλο τρόπο, παρά μόνο με την προσβολή ξένου έννομου αγαθού μικρότερης κατ’ είδος και σπουδαιότητα αξίας, β) ο κίνδυνος να απειλεί το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή οποιουδήποτε άλλου, γ) ο βλάπτων το ξένο αγαθό να μην περιήλθε στην κατάσταση αυτή από υπαιτιότητά του, δηλαδή από δόλο ή αμέλεια και να μην έχει καθήκον από το νόμο, τη σύμβαση ή το ασκούμενο επάγγελμα να εκτεθεί στον κίνδυνο και δ) εξ υποκειμένου απαιτείται σκοπός αποτροπής του κινδύνου. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ., ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ Κ.Ποιν.Δ., όταν αναφέρονται σ’ αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Ειδική και σαφής αιτιολογία πρέπει να υπάρχει όχι μόνον ως προς την κατηγορία αλλά και ως προς την ποινή, η επιμέτρηση της οποίας, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, ανήκει μεν στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, θα πρέπει όμως αυτό (δικαστήριο), λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρ. 79 παρ. 1, 2, 3 Π.Κ., αφενός να επιβάλει μία συγκεκριμένη ποινή εντός των ορίων που διαγράφει ο νόμος για κάθε πράξη, για την οποία κηρύσσει ένοχο τον κατηγορούμενο (άρθρ. 79 παρ.1 Π.Κ.), αφετέρου δε να αναφέρει ρητά τους λόγους, που δικαιολογούν την κρίση του για την ποινή που επέβαλε, όπως επιτάσσει η παράγρ. 4 του ανωτέρω άρθρου 79 Π.Κ. Η επιβαλλόμενη, κατά τα άνω, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της αποφάσεως πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ.2 και 333 παρ.2 Κ.Ποιν.Δ., από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή στον αποκλεισμό ή τη μείωση της ικανότητας προς καταλογισμό ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη μείωση της ποινής, υπό την προϋπόθεση ότι οι ισχυρισμοί αυτοί έχουν προβληθεί κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά, που κατά νόμο απαιτούνται για τη θεμελίωσή τους. Τέτοιοι αυτοτελείς ισχυρισμοί είναι και αυτοί περί νόμιμης άμυνας, από το άρθρ. 22 Π.Κ. και περί καταστάσεως ανάγκης, από το άρθρ. 25 παρ.1 Π.Κ., που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην κατηγορία, αφού σε περίπτωση ουσιαστικής βασιμότητάς τους αποκλείεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξεως του δράστη κατηγορουμένου, γι’ αυτό και η απόρριψή τους πρέπει να αιτιολογείται ιδιαιτέρως από το δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του Κ.Ποιν.Δ., υπό την προεκτεθείσα αυτονόητη προϋπόθεση, ότι έχουν προβληθεί με πληρότητα. Διαφορετικά, όταν δηλαδή απορριφθούν οι εν λόγω αυτοτελείς ισχυρισμοί, που προβλήθηκαν κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, χωρίς την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ιδρύεται ο προαναφερθείς λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ του Κ.Ποιν.Δ.- Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης, υπ’ αριθ. 4788/2015, αποφάσεώς του, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, τα οποία προσδιορίζονται κατ’ είδος σ’ αυτή, δέχθηκε ανελέγκτως τα εξής: "Περί ώρα 16.30’ της 27-04-2008 στο ..., εντός οικισμού … και σε κατάστημα ψιλικών που λειτουργεί επί της οδού ..., βρίσκονταν ανήλικα παιδιά από τις οικογένειες Ζ. και Σ., κατοίκων της περιοχής. Κάποια στιγμή και για ασήμαντη αφορμή, τα παιδιά αυτά τσακώθηκαν και συνεπλάκησαν. Τότε επενέβη να διαχωρίσει τους ανήλικους ο πρώτος κατηγορούμενος Ζ. Κ., πατέρας ενός των συμπλεκομένων ανηλίκων, ο οποίος επιπλέον χαστούκισε παιδιά της οικογένειας Σ. Το συμβάν αντιλήφθηκε ο ήδη τρίτος κατηγορούμενος Ζ. Π. συγγενής, της οικογένειας Σ., ο οποίος επιτέθηκε στον Κ. Ζ. και οι δυο τους ήρθαν στα χέρια. Προς βοήθεια του πρώτου κατηγορουμένου Ζ. προσέτρεξε ο ήδη δεύτερος κατηγορούμενος Μ. Ν. μαζί με τέσσερα - πέντε άτομα αγνώστων στοιχείων και από κοινού επιτέθηκαν κατά του Ζ. Π.. Ωστόσο οι ανήλικοι της οικογένειας Σ., είχαν ζητήσει βοήθεια από την δική τους οικογένεια, οπότε μετά από λίγο κατέφθασαν στο σημείο συγγενικά και φιλικά τους πρόσωπα, με αποτέλεσμα να επέλθει γενική συμπλοκή μεταξύ των ατόμων των παραπάνω οικογενειών, που αριθμούσαν περίπου τα πενήντα εξήντα (50-60) άτομα και από τις δύο πλευρές. Επειδή τα άτομα της οικογένειας Ζ. ήταν αριθμητικά λιγότερα αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και να καταφύγουν στην οικία του Ζ. επί της οδού ..., καταδιωκόμενα από άτομα της οικογένειας Σ., τα οποία πλησίασαν. Τότε ο Κ. Ζ., μετά την συμπλοκή που επακολούθησε τον διαπληκτισμό του με τον Π. Ζ., εισήλθε στην οικία, πήρε μία κυνηγετική καραμπίνα, που θεωρείται όπλο και εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.1 εδ.α’ Ν.2168/1993, και άρχισε να πυροβολεί, προξενώντας από πρόθεση σε άλλους βαριά σωματική βλάβη. Ειδικότερα, προκάλεσε σωματικές βλάβες στους: α) Ε. Κ. η οποία τραυματίστηκε στον κόγχο του αριστερού ματιού από σκάγι πυροβόλου όπλου β) Γ. Θ., ο οποίος τραυματίστηκε στον δεξιό οφθαλμό υποστάς "ρήξεις βολβού και διάτρηση κερατοειδούς" και υπεβλήθη ακολούθως σε μεταμόσχευση κερατοειδούς. Ο τρόπος δε με τον οποίο έπληξε τους ανωτέρω παθόντες ως και το ευπαθές μέλος του σώματος αυτών επέφεραν σε αυτούς βαριά σωματική τους βλάβη.
Επιπλέον προξένησε, από πρόθεση σωματικές βλάβες στους: γ) Γ. Μ. η οποία δέχθηκε σκάγια σε πολλά σημεία του σώματος της, δ) Β. Π., η οποία δέχθηκε σκάγια στα πόδια, ε) Μ. Α., η οποία δέχθηκε σκάγια στα πόδια και στ) Π. Ε. η οποία δέχθηκε σκάγια στα δύο της πόδια και στον γλουτό. Οι αμέσως παραπάνω σωματικές βλάβες σε βάρος των υπό στοιχ. γ’ , δ’ , ε’ , στ’ προσώπων, ενόψει του μέσου που χρησιμοποιήθηκε και των σημείων του σώματος των που επλήγησαν, τελέσθηκαν με τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει στους παθόντες βαριά σωματική βλάβη. Αποδείχθηκε έτσι και το Δικαστήριο πείσθηκε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος Κ. Ζ., από πρόθεση τέλεσε α) την πράξη της βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή (σε βάρος Ε. Κ. και Γ. Θ. και β) της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή (σε βάρος Γ. Μ., Β. Π., Μ. Α. και Π. Ε.) (αρθρ. 308 παρ. 1 και 309 του ΠΚ) και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη αυτή, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από βαριά σωματική βλάβη σε βάρος των ως άνω παθόντων (αρθρ. 310 παρ. 1-2 ΠΚ) (βλ. και ΑΠ 1025/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επίσης αποδείχθηκε ότι ο παραπάνω κατηγορούμενος Κ. Ζ. στον ως άνω τόπο και χρόνο έφερε παράνομα όπλο, από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 § 1 εδ α του Ν 2168/1993 και συγκεκριμένα στον ανωτέρω τόπο και χρόνο, έφερε παράνομα ένα λειόκανο επαναληπτικό όπλο (καραμπίνα - pump action) διαμετρήματος "GAUGE 12", η χρήση του οποίου μπορεί να επιφέρει κάκωση ή βλάβη της υγείας σε πρόσωπα ή βλάβη σε πράγματα, καίτοι τούτο απαγορεύεται. Ενώ επίσης χρησιμοποίησε παρανόμως όπλο προκειμένου να διαπράξει πλημμέλημα από δόλο και συγκεκριμένα χρησιμοποίησε το περιγραφόμενο αμέσως παραπάνω όπλο, για να διαπράξει την αντικειμενική υπόσταση των αδικημάτων της βαρείας σωματικής βλάβης κατά συρροή καθώς και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή. Οι ισχυρισμοί του πρώτου κατηγορουμένου ότι αυτός βρισκόταν σε άμυνα ή άλλως σε κατάσταση ανάγκης είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι κατ’ ουσίαν αφού δεν αποδείχθηκε η συνδρομή τέτοιων περιστάσεων..... Επομένως πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος και για τις πράξεις της παράνομης οπλοφορίας και της οπλοχρησίας.... Περαιτέρω αποδείχθηκε και το Δικαστήριο πείσθηκε ότι οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι ήτοι ο Κ. Ζ. και ο Ν. Μ. στον ανωτέρω τόπο και χρόνο έλαβαν μέρος σε συμπλοκή μεταξύ αλλήλων και άλλων αγνώστων ατόμων, από την οποία επήλθε βαρειά σωματική βλάβη ανθρώπων κατά συρροή, όπως ειδικότερα περιγράφεται παραπάνω και συνακόλουθα αυτοί πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι για την πράξη αυτή". Στη συνέχεια, το παραπάνω Δικαστήριο της ουσίας, εκτός άλλων διατάξεων, που αφορούν συγκατηγορουμένους του ήδη αναιρεσείοντος, κήρυξε τον τελευταίο (αναιρεσείοντα) ένοχο, με το ελαφρυντικό ότι ωθήθηκε στις αναφερόμενες πράξεις του από οργή που του προκάλεσε προηγηθείσα άδικη πράξη εναντίον του (άρθρ. 84 παρ.2 περ. γ’ Π.Κ.), των αξιόποινων πράξεων της βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή εις βάρος δύο παθόντων, της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή (κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από εκείνη της βαριάς σωματικής βλάβης) εις βάρος τεσσάρων παθόντων, της παράνομης οπλοφορίας και της οπλοχρησίας, για τις οποίες του επέβαλε συνολική ποινή φυλακίσεως είκοσι (20) μηνών, μετατραπείσα σε χρηματική προς δέκα (10) ευρώ ημερησίως, καταβλητέα σε δύο ισόποσες ετήσιες δόσεις, με το ακόλουθο διατακτικό: "ΚΗΡΥΣΣΕΙ τον κατηγορούμενο Κ. Ζ. του Λ. ΕΝΟΧΟ των εξής πράξεων και δη του ότι: στο ..., την 27-04-2008, με περισσότερες πράξεις τέλεσε περισσότερα εγκλήματα, που προβλέπονται και τιμωρούνται από το νόμο με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές. Συγκεκριμένα: Α) Από πρόθεση προξένησε σε άλλον βαριά σωματική βλάβη και δη μετά από διαπληκτισμό που είχε με τον Π. Ζ. και επακολουθήσασα συμπλοκή με πολλά άγνωστα άτομα, με τη χρήση όπλου το οποίο εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.1 εδ.α’ Ν.2168/1993 πυροβόλησε κατά ομάδας ανθρώπων και προκάλεσε σ’ αυτούς βαριές σωματικές βλάβες. Ειδικότερα, προκάλεσε σωματικές βλάβες στους: α) Ε. Κ. η οποία τραυματίστηκε στον κόγχο του αριστερού ματιού από σκάγι πυροβόλου όπλου, β) Γ. Θ., ο οποίος τραυματίστηκε στον δεξιό οφθαλμό υποστάς "ρήξεις βολβού και διάτρηση κερατοειδούς" και υπεβλήθη ακολούθως σε μεταμόσχευση κερατοειδούς. Ο τρόπος δε με τον οποίο έπληξε τους ανωτέρω παθόντες ως και το ευπαθές μέλος του σώματος αυτών επέφεραν σε αυτούς βαριά σωματική τους βλάβη. Β) ΚΗΡΥΣΣΕΙ αυτόν ΕΝΟΧΟ κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας του ότι: Από πρόθεση προξένησε σε άλλον σωματική κάκωση και βλάβη της υγείας του, η οποία, ενόψει του μέσου που χρησιμοποιήθηκε και των σημείων του σώματος που επλήγησαν, τελέσθηκε με τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει στον παθόντα βαριά σωματική βλάβη. Ειδικότερα, προξένησε, από πρόθεση σωματικές βλάβες στους: γ) Γ. Μ. η οποία δέχθηκε σκάγια σε πολλά σημεία του σώματος της, δ) Β. Π., η οποία δέχθηκε σκάγια στα πόδια, ε) Μ. Α., η οποία δέχθηκε σκάγια στα πόδια και στ) Π. Ε. η οποία δέχθηκε σκάγια στα δύο της πόδια και στον γλουτό. Οι αμέσως παραπαίω σωματικές βλάβες σε βάρος των υπό στοιχ. γ’ , δ’ , ε’ , στ’ προσώπων, ενόψει του μέσου που χρησιμοποιήθηκε και των σημείων του σώματος των που επλήγησαν, τελέσθηκαν με τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει στους παθόντες βαριά σωματική βλάβη. Γ) Έφερε παράνομα όπλο, από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 § 1 εό α του Ν 2168/1993 και συγκεκριμένα έφερε παράνομα ένα λειόκανο επαναληπτικό όπλο (καραμπίνα - pump action) διαμετρήματος "GAUGE 12", η χρήση του οποίου μπορεί να επιφέρει κάκωση ή βλάβη της υγείας σε πρόσωπα ή βλάβη σε πράγματα, καίτοι τούτο απαγορεύεται.
Δ) Χρησιμοποίησε παρανόμως όπλο προκειμένου να διαπράξει πλημμέλημα από δόλο και συγκεκριμένα χρησιμοποίησε το περιγραφόμενο αμέσως παραπάνω όπλο, για να διαπράξει την αντικειμενική υπόσταση των αδικημάτων της βαρείας σωματικής βλάβης κατά συρροή καθώς και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, όπως ειδικότερα αναφέρεται παραπάνω υπό στοιχ. Α’ και Β’ . Το Δικαστήριο δέχεται ότι ο κατηγορούμενος ωθήθηκε στην πράξη του από οργή που του προκάλεσε προηγηθείσα άδικη πράξη εναντίον του ΚΗΡΥΣΣΕΙ τους κατηγορούμενους: 1) Κ. Ζ. του Λ. και 2)....... ΕΝΟΧΟΥΣ του ότι στο ..., την 27-04-2008, έλαβαν μέρος σε συμπλοκή μεταξύ αλλήλων και άλλων άγνωστων ατόμων, από την οποία επήλθε βαρειά σωματική βλάβη ανθρώπων κατά συρροή, όπως ειδικότερα περιγράφεται παραπάνω υπό στοιχ. Α’ ".
Με τις παραδοχές αυτές, οι οποίες διαλαμβάνονται στο σκεπτικό σε συνδυασμό με όσα αναφέρονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, που παραδεκτά αλληλοσυμπληρώνονται, η εν λόγω απόφαση, σε σχέση με την επίδικη αξιόποινη πράξη της συμπλοκής, περιέχει την επιβαλλόμενη, κατά τα άνω, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρονται σ’ αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, με παράθεση όλων των στοιχείων, που απαρτίζουν τη νομοτυπική μορφή του εγκλήματος τούτου, οι αποδείξεις, που τα θεμελιώνουν, καθώς και οι συλλογισμοί, με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην προπαρατεθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 313 Π.Κ. Η διαλαμβανόμενη στο αναιρετήριο ειδικότερη αιτίαση περί αντιφάσεως μεταξύ σκεπτικού και διατακτικού της ανωτέρω αποφάσεως, ενόψει της παραδοχής στο σκεπτικό, ότι οι Κ. Ζ. (αναιρεσείων - πρώτος κατηγορούμενος) και Ν. Μ. (δεύτερος κατηγορούμενος, μη ασκήσας αναίρεση) είχαν επιτεθεί εναντίον του Π. Ζ.υ, ενώ στο διατακτικό εκτίθεται ότι οι Κ. Ζ. (αναιρεσείων) και Ν. Μ. έλαβαν μέρος σε συμπλοκή μεταξύ τους και μεταξύ άλλων ατόμων χωρίς αναφορά στον Π. Ζ., δεν ευσταθεί, διότι η παραπάνω πράξη της συμπλοκής επαρκώς στοιχειοθετείται ως προς τον ήδη αναιρεσείοντα - κατηγορούμενο (Κ. Ζ.), που ενδιαφέρει εν προκειμένω, με βάση τις προπαρατεθείσες κρίσιμες παραδοχές περί επελεύσεως γενικής συμπλοκής μεταξύ των ατόμων των οικογενειών Ζ. και Σ., συγγενής της οποίας (οικογένειας Σ.) ήταν ο Π. Ζ., οι οποίοι αριθμούσαν 50 - 60 άτομα και από τις δύο βιαιοπραγούσες πλευρές και περί της παρουσίας του ιδίου (Κ. Ζ.) κατά τη βιαιοπραγική φιλονικία και συμβολής του στις βιαιοπραγίες. Οι παραδοχές αυτές ουδόλως αντιφάσκουν, αλλά συμπορεύονται με το περιεχόμενο του διατακτικού, σύμφωνα με το οποίο οι κατηγορούμενοι Κ. Ζ. και Ν. Μ. έλαβαν μέρος σε συμπλοκή με άλλα άγνωστα άτομα, από την οποία επήλθε βαριά σωματική βλάβη ανθρώπων κατά συρροή, ενώ η μη αναφορά του Π. Ζ. στο διατακτικό, το οποίο, όπως προεκτέθηκε, συμπληρώνεται από το σκεπτικό, δεν αποκλείει ούτε ανατρέπει τις κατά τα άνω παραδοχές του σκεπτικού, το γεγονός δε, ότι στο διατακτικό της αποφάσεως δεν μνημονεύεται η συμμετοχή του Π. Ζ. στην αξιόποινη πράξη της συμπλοκής οφείλεται, προφανώς, στο ότι, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης, καθώς και της αποφάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (υπ’ αριθ. 20044/2015 του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών), που υπάρχει στη δικογραφία, ως προς τον Π. Ζ. (τρίτο κατηγορούμενο στη δευτεροβάθμια δίκη), ο οποίος καταδικάστηκε πρωτοδίκως ως συμμέτοχος στην ανωτέρω πράξη της συμπλοκής, με την προσβαλλόμενη δευτεροβάθμια απόφαση απορρίφθηκε η ασκηθείσα εκ μέρους του έφεση, ως ανυποστήρικτη, οπότε διατηρήθηκε η περί ενοχής κρίση και η ποινή που του επιβλήθηκε για την πράξη αυτή από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και δεν χρειάστηκε να περιληφθεί στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως διάταξη περί ενοχής του. Επομένως, τα αντίθετα υποστηριζόμενα με το δεύτερο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ως προς την πράξη της συμπλοκής, λόγω δήθεν αντιφάσεως μεταξύ του σκεπτικού και του διατακτικού αυτής, από το άρθρ. 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ Κ.Ποιν.Δ., είναι αβάσιμα. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων υπέβαλε εγγράφως ενώπιον του Δικαστηρίου της ουσίας, που εξέδωσε την εν λόγω απόφαση, δια του συνηγόρου του, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικώς, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους αυτοτελείς ισχυρισμούς, οι οποίοι αφορούσαν τις αποδοθείσες εις βάρος του κατηγορίες της βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή (εις βάρος έξι παθόντων προσώπων) και της οπλοχρησίας και έχουν, κατά λέξη, ως εξής: "Επί των αποδιδόμενων σε βάρος μου κατηγοριών της βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή και τής oπλοχρησίας επάγομαι τα εξής: Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την 27.4.2008 έξω από την οικία μου, συνίσταντο σε ένοπλη επίθεση με ΠΥΡΟΒΟΛΙΣΜΟΥΣ, ΡΙΨΗ ΛΙΘΩΝ και ΞΥΛΩΝ εκ μέρους δεκάδων ατόμων εναντίον εμού του ιδίου και των οικείων μου. (Ίδε από 22/11 /2008 διαβιβαστικό ΕΛ.ΑΣ).
Επ’ αυτής της ΕΠΙΘΕΣΗ! αμύνθηκα και προσπάθησα να αποτρέψω τα αποτελέσματα της σε βάρος εμού και των οικείων μου. ΑΜΥΝΑ Το Δικαστήριο Σας θα πρέπει να αναγνωρίσει πως, πέραν πάσης αμφιβολίας, τελούσα σε άμυνα όταν έριχνα πυροβολισμούς προς εκφοβισμό των ενόπλων επιτιθέμενων στην προσπάθεια μου να αποτρέψω παρούσα και άδικη επίθεση, στρεφόμενη κατά της ζωής της δικής μου και των μελών της οικογενείας μου (άρθρ. 22 Π.Κ.).
Η επίθεση που εκδηλώθηκε ήταν εξαιρετικά σοβαρή, με απειλή όχι μόνο κατά της σωματικής μας ακεραιότητας αλλά και κατά της ιδίας της ζωής όλων των δικών μου προσώπων που ευρίσκοντο στο συγκεκριμένο χώρο κατά την ημέρα αυτή, διότι είναι εντελώς αδύνατο να προβλέψει κανένας σε ποιο σημείο θα μπορούσε να σταματήσει η επίθεση ενός επιτιθέμενου πλήθους περισσοτέρων των 60 ή 70 ατόμων, όταν τους ενθαρρύνει η σκέψη πως δεν θα μπορέσει να συγκεκριμενοποιηθεί η δραστηριότητα κάθε ενός από αυτούς.
Ο μόνος δε τρόπος που μπορούσα να αναχαιτίσω την επίθεση εναντίον των οικείων μου, που ήταν συνολικά 18 άτομα, εκ των οποίων 12 ανήλικα παιδιά και 4 γυναίκες και μόνο 2 άνδρες, ήταν η χρήση της καραμπίνας που έτυχε να βρίσκεται στο σπίτι όπου κατέφυγα για να προστατευθώ.
Σημειώνω ότι όπως προκύπτει από τις προσκομισθείσες 7 ΙΑΤΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ, τόσον εγώ όσο και τα άλλα μέλη της οικογένειας μου είχαμε χτυπηθεί προηγουμένως και όταν έκανα χρήση του όπλου κτυπούσαν τις 4 γυναίκες, ενώ σταμάτησαν μόνον μετά τους δικούς μου πυροβολισμούς.
Για να καταδειχθεί δε το πόσο αδίστακτα και επικίνδυνα ήσαν τα άτομα που μας επιτέθηκαν επισημαίνω δύο γεγονότα:
Το πρώτο είναι ότι ενώ προσήλθαν 3 περιπολικά της ΕΛ.ΑΣ. και 2 μηχανές, δεν δίστασαν να πυροβολήσουν εναντίον τους, με αποτέλεσμα να μην μπορέσουν να επέμβουν ΟΥΤΕ τα Αστυνομικά όργανα αλλά να φύγουν! Που αποδεικνύει πως ακόμη και τα Αστυνομικά όργανα γνώριζαν πως είχαν απέναντι τους άτομα "αποφασισμένα" να σκοτώσουν και για να το αποφύγουν αυτό αποχώρησαν.
Το δεύτερο γεγονός είναι το ότι την ακριβώς επόμενη μέρα, 28/4/2008, με αυτοσχέδιες βόμβες μολότωφ επιχείρησαν να κάψουν το σπίτι μας, αδιαφορώντας αν θα καίγονταν και άνθρωποι και σώθηκε επειδή ειδοποιήσαμε άμεσα την πυροσβεστική και έφτασε αμέσως.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ άρθρου 25 ΠΚ Άλλως το Δικαστήριό Σας θα πρέπει να δεχθεί πως βρισκόμουν σε κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο, αποπειρώμενος να αποτρέψω παρόντα και άλλως αναπότρεπτο κίνδυνο, όταν πυροβολούσα προς εκφοβισμό του επιτιθέμενου ένοπλου πλήθους, που ξυλοκοπούσε αλύπητα ανυπεράσπιστες γυναίκες, μέλη της οικογενείας μου, απειλώντας τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα τόσο τη δική μου όσο και των συγγενών μου (αρθρ. 25 Π.Κ.), ως προεξετέθη.
Σε κάθε περίπτωση και γενομένων δεκτών των ανωτέρω ισχυρισμών μου, το Δικαστήριο Σας θα πρέπει να δεχθεί πως αίρεται το άδικο των πράξεων για τις οποίες κατηγορούμαι, απαλλάσσοντας με των συγκεκριμένων κατηγοριών...... Λαμβανομένων υπ’ όψιν των παραπάνω ισχυρισμών θα πρέπει να κηρυχθώ ΑΘΩΟΣ από το Δικαστήριο Σας".
Κατόπιν, μετά τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας, το παραπάνω Δικαστήριο, όπως προεκτέθηκε, κήρυξε τον αναιρεσείοντα ένοχο, με το προαναφερθέν ελαφρυντικό, εκτός άλλων, και των αξιόποινων πράξεων της βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή εις βάρος δύο παθόντων, της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από εκείνη της βαριάς σωματικής βλάβης, εις βάρος τεσσάρων παθόντων και της οπλοχρησίας, απέρριψε δε τους προπαρατεθέντες αυτοτελείς ισχυρισμούς του ήδη αναιρεσείοντος (που αφορούσαν τις παραπάνω πράξεις), με την εμπεριεχόμενη στο προπαρατεθέν σκεπτικό του αιτιολογία, ότι "...Οι ισχυρισμοί του πρώτου κατηγορουμένου ότι αυτός βρισκόταν σε άμυνα ή άλλως σε κατάσταση ανάγκης είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι κατ’ ουσίαν αφού δεν αποδείχθηκε η συνδρομή τέτοιων περιστάσεων". Η εντελώς τυπική αυτή αιτιολογία δεν είναι ειδική ούτε εμπεριστατωμένη, καθόσον, εκτός του ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεν παραθέτει τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και το οδήγησαν στην αρνητική περί συνδρομής των προβαλλόμενων λόγων αποκλεισμού του άδικου χαρακτήρα των ανωτέρω πράξεων κρίση του ούτε τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους προέβη στην απόρριψη των πιο πάνω αυτοτελών ισχυρισμών, δεν αναφέρθηκε καθόλου στα επικληθέντα από τον αναιρεσείοντα πραγματικά περιστατικά, τα οποία θεμελιώνουν κατά τρόπο σαφή και ορισμένο και με πληρότητα τους ισχυρισμούς αυτούς. Τέλος, από την επισκόπηση των σχετικών με το κεφάλαιο περί της επιβληθείσας στον αναιρεσείοντα ποινής διατάξεων της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει, ομοίως, έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας κατά τούτο, αφού δεν προσδιορίζονται κατά τρόπο ειδικό και συγκεκριμένο, όπως είναι αναγκαίο, κατά τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, οι επιβληθείσες σ’ αυτόν (αναιρεσείοντα) ποινές για κάθε μία από τις περισσότερες κατά συρροή πράξεις, για τις οποίες καταδικάστηκε, ούτε εξειδικεύεται, ως προς την επιμέτρηση της επιβληθείσας συνολικής ποινής των είκοσι (20) μηνών, ποία έλαβε το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ως ποινή βάση και πόσο μέρος ποινής έλαβε για την επαύξηση αυτής από τις συντρέχουσες, ώστε να καθίσταται δυνατή η διαπίστωση της μη χειροτερεύσεως από αυτό της θέσεως του ασκήσαντος το ένδικο μέσο της εφέσεως κατηγορουμένου, που απαγορεύεται από το άρθρ. 470 Κ.Ποιν.Δ. Η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ως προς την απόρριψη των προαναφερθέντων αυτοτελών ισχυρισμών και ως προς την επιβληθείσα ποινή καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση αναιρετέα σε σχέση με τα κεφάλαια και διατάξεις αυτής περί κηρύξεως του πρώτου κατηγορουμένου και ήδη αναιρεσείοντος ενόχου για τις πράξεις της βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή, της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή και της οπλοχρησίας (στις οποίες αναφέρονταν οι ανωτέρω αυτοτελείς ισχυρισμοί), καθώς και περί της εν γένει επιβληθείσας σ’ αυτόν (για όλες τις πράξεις, για τις οποίες καταδικάστηκε) ποινής καθώς και της συνολικής τοιαύτης.
Συνεπώς, οι σχετικοί πρώτος και τρίτος λόγοι της αιτήσεως αναιρέσεως, από το άρθρ. 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ Κ.Ποιν.Δ., με τους οποίους αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια αυτή, είναι βάσιμοι.
Κατ’ ακολουθία τούτων, πρέπει, κατά παραδοχή των ανωτέρω λόγων της υπό κρίση αιτήσεως, να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το αναιρεθέν μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που εξέδωσε αυτήν, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, οι οποίοι είχαν δικάσει προηγουμένως (άρθρ. 519 Κ.Ποιν.Δ.), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 
Αναιρεί εν μέρει την υπ’ αριθ. 4788/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών, ως προς κεφάλαια και διατάξεις αυτής α) περί κηρύξεως του αναιρεσείοντος - πρώτου κατηγορουμένου Κ. Ζ. του Λ., ενόχου για τις πράξεις της βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή, της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή και της οπλοχρησίας και β) περί της εν γένει επιβληθείσας στον ίδιο (για όλες τις πράξεις, για τις οποίες καταδικάστηκε) ποινής, καθώς και της συνολικής τοιαύτης.
Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αναιρεθέν μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, που δίκασαν προηγουμένως.
Απορρίπτει κατά τα λοιπά την από 9-11-2015 (ασκηθείσα δια δηλώσεως, που επιδόθηκε αυθημερόν στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου) αίτηση του παραπάνω αναιρεσείοντος Κ. Ζ. του Λ., κατοίκου ... για αναίρεση της υπ’ αριθ. 4788/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Μαρτίου 2016. 
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 21 Μαρτίου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 

Σχόλια